β)Η
ετησία παράλλαξη των αστέρων. Λόγω της κινήσεως της γής περί τον ήλιο, οι κοντυνοί μας
αστέρες διαγράφουν μικρές ελλείψεις σχετικά με τους πιό απομακρυσμένους κατά
την διάρκεια ενός έτους. Αυτές οι ελλείψεις είναι
ανεπαίσθητες και μετρώνται με μικρομετρικά όργανα. Από την
παράλλαξη ενός αστέρος εξάγεται η απόστασή
του. Η πρώτη μέτρηση παραλλάξεως έγινε το 1838 από τον Bessel στον αστέρα 61
Κύκνου. Είναι η πιό αληθοφανής απόδειξις για την κίνηση της γής, οπότε μπορούμε να
πούμε ότι από το έτος εκείνο
καταρρίπτεται τελείως η ιδέα του γεωκεντρικού συστήματος.
ΑΛΛΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΗΣ >>
ΔΟΜΗ
ΤΗΣ ΓΗΣ.
Από την
επιφάνεια στα έγκατα της γής.
Η γή όπως και οι άλλοι πλανήτες στο
εσωτερικό τους αποτελούνται από διάφορα
στρώματα τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερες
μορφές. Το εσωτερικό του πλανήτη μας
έγινε γνωστό από την σεισμική δραστηριότητα.
Όμως οι σεισμοί και οι εκρήξεις των
ηφαιστείων όσο και άν προκαλούν μεγάλες
αναστατώσεις είναι γεγονότα που θίγουν
μόνον την ανώτερη επιφάνεια της γής η
οποία είναι σχετικά λεπτή και προσομοιάζεται
με την φλούδα ενός πορτοκαλιού σε σχέση
με το φρούτο. Οι σεισμοί οφείλονται σε
αιφνίδια κατολίσθηση βράχων του γήινου
φλοιού και τα παραγόμενα σεισμικά κύματα
μάς παρέχουν την μοναδική ευκαιρία
μελέτης των εσωτερικών στρωμάτων του
πλανήτη μας, τα οποία είναι :
α)
Πυρήνας.
Το
κέντρο της Γής αποτελείται από τον
πυρήνα που ευρίσκεται σε διάπυρη
κατάσταση όπου επικρατούν θερμοκρασίες
της τάξεως των 7.000 o C, η δε πίεσις που
επικρατεί υπολογίζεται ότι είναι 3
εκατομμύρια φορές μεγαλύτερη από αυτή
που σημειώνεται στην επιφάνεια της
θάλασσας . Είναι αξοσημείωτο ότι η
θερμοκρασία αυτού του διάπυρου ρευστού
πυρήνα υπερβαίνει την επιφανειακή
θερμοκρασία του ηλίου (6000οC). Ο πυρήνας
χωρίζεται σε δύο τμήματα, τον εσωτερικό
και
τον εξωτερικό
πυρήνα.
Η διάμετρος του εσωτερικού πυρήνα
ανέρχεται σε 2550 χιλιόμετρα. Πιθανόν
στα ενδότερα να υφίσταται και στερεή
μορφή. Ο εξωτερικός πυρήνας έχει πάχος
4470 χιλιόμετρα περίπου και κυρίως
αποτελείται από ρευστό νικέλιο και
σίδηρο ,και έχει άμεση σχέση με τη
δημιουργία του γήινου μαγνητικού πεδίου.
β)
Μανδύας.
Το
επόμενο πρός τα έξω στρώμα είναι ο
μανδύας ,κύριο χαρακτηριστικό του οποίου
είναι η πετρώδης του δομή. Η βαθμιαία
του μετακίνηση η οποία οφείλεται κατά
κύριο λόγο στις υψηλές θερμοκρασίες
του πυρήνος, δίδει κατά περιοχές τους
τεκτονικούς σεισμούς, το δε βάθος των
εστιών των κυμαίνεται από 8 έως 70
χιλιόμετρα συνήθως. Το πάχος του μανδύα
είναι 5680 χιλιόμετρα. Η επιφάνεια του
μανδύα δεν είναι συμπαγής, αλλά
διαχωρίζεται από πολλά ρήγματα τα
κυριώτερα των οποίων περιβάλλουν
εσωτερικά τις γήινες ηπείρους οι οποίες
μετατοπίζονται επάνω από αυτόν.
γ)
Κρούστα.
Το
επόμενο στρώμα είναι το επιφανειακό
που λέγεται κρούστα ή φλοιός . Το πάχος
του φλοιού της γής είναι πολύ μικρό, με
μεταβαλλόμενο πάχος στα 50 χιλ. στην ξηρά
και 6 χιλ. κάτω από τους ωκεανούς.
Συγκρίνοντας τη γή με τη σφαίρα ενός
πορτοκαλιού, η φλούδα είναι το λεπτό σε
πάχος τμήμα σε σχέση με το όλο πορτοκάλι
προσομοιαζόμενη με τον φλοιό της. Μεταξύ
μανδύα και φλοιού παρεμβάλλεται ένα
λεπτό στρώμα πάχους περίπου 20 χιλ. που
ονομάζεται ασυνέχεια
Μοχορόβισιτς.
Στα πλανητικά δεδομένα, η επιφάνεια της
γής θεωρείται πάρα πολύ πρόσφατη. Τα
πετρώματα από βασάλτη από τα οποία
αποτελούνται οι πυθμένες των ωκεανών
είναι τα πιό νέα σε ηλικία , λέγονται δε
ιζήματα.
Μαγνητικό
πεδίο της γής.
Το μαγνητικό πεδίο το οποίο
απλώνεται γύρω από τη γή οφείλεται στον
διάπυρο εσωτερικό πυρήνα του πλανήτη
μας. Η μαγνητόσφαιρα μοιάζει σαν ένα
τεράστιο περίβλημα σε σχήμα σταγόνας
που περιβάλλει τον πλανήτη μας και
περιλαμβάνει τις ζώνες ακτινοβολίας
Van Allen. Υπό την επίδραση της εκπεμπόμενης
σωματιδιακής ροής από τον ήλιο, το
περίβλημα αυτό συμπιέζεται και δημιουργεί
μια τεράστια ουρά που μοιάζει με σταγόνα
πρός το αντίθετο μέρος της γής, εκτείνεται
δέ σε απόσταση 80-100 ακτίνων του πλανήτη
από το μέρος του νυκτερινού ημισφαιρίου.
Το
γήινο μαγνητικό πεδίο συμπεριφέρεται
σαν ένα τεράστιο δίπολο ,οι γραμμές του
οποίου φθάνουν έως την απόσταση των 451
χιλιομέτρων από το κέντρο της γής, η δε
κλίση που παρουσιάζει είναι 11 μοίρες
σε σχέση με τον άξονα περιστροφής. Με
την πάροδο του χρόνου, το μήκος και το
σχήμα του μαγνητικού πεδίου υφίσταται
μεταβολές λόγω της ηλιακής δραστηριότητος.
Σύνθεση
της ατμόσφαιρας της γής -στρώματα.
Η
ατμόσφαιρα που περιβάλλει τη γή έχει
την εξής ποσοστιαία σύνθεση: Αέριο άζωτο
78,09 %, αέριο οξυγόνο 20,95%, αργόν 0,93% και
διοξείδιο του άνθρακος 0,03%. Το στρώμα
όπου
συγκρατούνται
τα μόρια της ατμόσφαιρας γύρω από τον
πλανήτη μας φθάνει τα 120 χιλιόμετρα
περίπου.
Από εκεί και πέρα τα μόρια των αερίων
διαφεύγουν στο διάστημα. Το υψηλό ποσοστό
οξυγόνου το οποίο υπάρχει στη γή εδώ
και 2 δισεκατομμύρια έτη είναι αποτέλεμα
της υπάρξεως των φυτών. Η περίπλοκη
σύνθεση μεταξύ των ωκεανών, της ηπειρωτικής
επιφάνειας και της ατμόσφαιρας καθορίζει
το ενεργειακό
ισοζύγιο
του πλανήτη μας. Κατά μέσον όρο το ποσοστό
καλύψεως της υδρογείου από νέφη ανέρχεται
στο 50%. Λόγω του
φαινομένου του θερμοκηπίου,
η μέση θερμοκρασία της επιφανείας
ανεβαίνει κατά 30ο. Η επιφανειακή
θερμοκρασία της γής και κάθε πλανήτη,
οφείλεται στην ενέργεια που ακτινοβολείται
από τον ήλιο στην ορατή και κύρια στην
υπέρυθρη περιοχή του φάσματος. Τα
στρώματα της ατμόσφαιρας κατά κύριο
λόγο συγκρατούν το ποσοστό της ανακλώμενης
ακτινοβολίας και περισσότερο το διοξείδιο
του άνθρακος.
Στον
πλανήτη μας το υψηλό ποσοστό του οξυγόνου
δημιούργησε ένα στρώμα όζοντος στα
ανώτατα στρώματα, το οποίο φιλτράρει
την επικίνδυνη υπεριώδη ηλιακή
ακτινοβολία. Τα τμήματα τα οποία αποτελούν
την ατμόσφαιρα από την επιφάνειά της
πρός το διάστημα είναι τα εξής:
α)
Ομοιόσφαιρα.
Χωρίζεται στα εξής επιμέρους στρώματα
που είναι :
1
)Τροπόσφαιρα.
Εκτείνεται
από την επιφάνεια μέχρι το ύψος των 17
χιλιομέτρων. Στο στρώμα αυτό δημιουργούνται
και αναπτύσσονται τα σύννεφα, εξελίσσονται
τα διάφορα μετεωρολογικά φαινόμενα και
πνέουν οι άνεμοι . Οι αεροπορικές πτήσεις
γίνονται στην τροπόσφαιρα. Η θερμοκρασία
κατέρχεται σταδιακά στους -80 βαθμούς
C. Μεταξύ Τροποσφαίρας και Στρατοσφαίρας
μεταβατικά υπάρχει το στρώμα της
Τροποπαύσεως το οποίο είναι και το όριο
της Τροποσφαίρας.
2)Στρατόσφαιρα.
Αρχίζει από τα όρια της τροπόσφαιρας
και φθάνει μέχρι το ύψος τών 50 χιλ. Η
θερμοκρασία ανέρχεται από -80 βαθμούς
στους 0 βαθμούς
3)Μεσόσφαιρα
.
Εκτείνεται
από 50 έως 85 χιλ.με την θερμοκρασία να
πέφτει μέχρι
τους
-120 βαθμούς.
Β
) Ετερόσφαιρα
.
Η
θερμοκρασία ανεβαίνει πολύ μέχρι και
+2000 βαθμούς. Το εξωτερικό
αυτό στρώμα φθάνει μέχρι το ύψος των
500 χιλιομέτρων. Από εκεί και πέρα αρχίζει
η εξώσφαιρα η οποία
εκτείνεται στο διάστημα. Η Ετερόσφαιρα
λόγω της μετατροπής από την ηλιακή
ακτινοβολία των ατόμων των αερίων
οξυγόνου και υδρογόνου λέγεται και
ιονόσφαιρα.
Κύριο χαρακτηριστικό της ιονόσφαιρας
είναι η ανάκλαση των διαφόρων
ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων ανάλογα με
την συχνότητά των. Στην Ιονόσφαιρα
υπάρχουν ελεύθερα ηλεκτρόνια και ιόντα
υπό τον έλεγχο του μαγνητικού πεδίου
της γής και της βαρύτητός της. Το ύψος
της Ιονόσφαιρας κυμαίνεται από 50-600
χιλιόμετρα και μεταβάλλεται με την
πάροδο του ημερονυκτίου ,την διαδοχή
των εποχών και κυρίως από την ηλιακή
δραστηριότητα η οποία χαρακτηρίζεται
με την εκπομπή υπεριώδους ακτινοβολίας
και των ακτίνων Χ. Ειναι γνωστά τρία
διαφορετικά στρώματα της ιονόσφαιρας
με διαφορετικά χαρακτηριστικά ή περιοχές
που είναι τα
D,
E
,
F
και F1
με μεταβαλλόμενο ύψος. Η περιοχή D
ευρίσκεται μεταξύ 50 και 90 χιλιομέτρων
και έχει μικρή πυκνότητα σε ηλεκτρόνια.
Οι περιοχές Ε και F μεταξύ 90 και 230
χιλιομέτρων σχηματίζουν το κύριο μέρος
της Ιονόσφαιρας.
Οι
ζώνες ακτινοβολίας της γής. Γύρω
από τον πλανήτη μας όπως και σε άλλους
πλανήτες υπάρχει μια δακτυλιοειδής
περιοχή στην οποία ηλεκτρισμένα σωματίδια
(πρωτόνια και ηλεκτρόνια) ακολουθούν
σπειροειδείς τροχιές γύρω από την
διεύθυνση του μαγνητικού πεδίου του
πλανήτη. Αυτές οι ζώνες λέγονται ζώνες
ακτινοβολίας Van Allen και ανακαλύφθηκαν
το 1958 από τον δορυφόρο Explorer 1 και είναι
δύο τον αριθμό. Η εσωτερική ζώνη ευρίσκεται
μεταξύ 1,2 και 4,5 γήινων ακτίνων και
αποτελείται από υψηλής ενεργείας
πρωτόνια και ηλεκτρόνια που δημιουργούνται
από σωματίδια κοσμικών ακτίνων και
ανώτερης ατμόσφαιρας της γής. Η εξωτερική
ζώνη ακτινοβολίας ευρίσκεται σε απόσταση
μεταξύ 4,5 και 6,0 ακτίνων. Είναι μικρότερης
ενέργειας και κατά πάσα πιθανότητα
δημιουργείται από τον ηλιακό άνεμο. O
ηλιακός άνεμος είναι μια καταιγίδα από
ηλεκτρισμένα σωματίδια κυρίως πρωτόνια
και ηλεκτρόνια τα οποία εκπέμπονται
από τον ήλιο με ταχύτητα 900
χιλιομέτρων/δευτερόλεπτο.
Βόρειο
σέλας.
Στην Ιονόσφαιρα παρατηρείται και το
φαινόμενο του σέλαος
το οποίο είναι ορατό μόνον σε γεωγραφικά
πλάτη κοντά στους πόλους της Γής. Μοιάζει
σαν τεράστια πράσινη διαφανής κουρτίνα
που έχει κυματισμούς. Η δημιουργία του
σέλαος οφείλεται στην άφθονη ροή από
τον ήλιο ηλεκτρισμένων σωματιδίων
οξυγόνου και αζώτου τα οποία αφού
εισέλθουν στην γήινη μαγνητόσφαιρα
διαχέονται στην ατμόσφαιρα στα βόρεια
γεωγραφικά πλάτη. Το ύψος που σχηματίζεται
το σέλας είναι 100 χιλιόμετρα. Κατά την
εποχή της παρουσιάσεώς του πολλά
φαινόμενα συμβαίνουν στην ιονόσφαιρα
όπως διαταράξεις και μεταβολές του
μαγνητικού πεδίου.
Η
εμφάνιση του σέλαος εξαρτάται άμεσα
από τον 11ετή κύκλο της ηλιακής
δραστηριότητος και της εμφανίσεως των
ηλιακών κηλίδων αφ' ενός και αφ' ετέρου
από την περί άξονα περιστροφή του ηλίου
όπως και από την δραστηριότητα του
μαγνητικού πεδίου της γής.
Προιστορία
της γής και του ηλιακου συστηματοσ.
H ηλικία
του πλανήτη μας ανέρχεται σε 4,5 περίπου
δισεκατομμύρια χρόνια και είναι σύγχρονη
με την ηλικία του ηλίου και των άλλων
πλανητών του ηλιακού μας συστήματος.
Όμως
με ποιόν τρόπο δημιουργήθηκε ο ήλιος
και το ηλιακό μας σύστημα;
Κατά
την επικρατέστερη θεωρία, ο αστέρας
ήλιος,
και κατά επέκταση όλοι οι άλλοι αστέρες
του σύμπαντος, δημιουργήθηκε
από την συμπύκνωση ενός νέφους μεσοαστρικού
αερίου πλούσιου σε υδρογόνο και σκόνη
όπως και από
διάφορα
άλλα χημικά
στοιχεία
τα οποία προήλθαν από εκρήξεις γηρασμένων
αστέρων.
Σταδιακά, και με την πάροδο του χρόνου
άρχισαν να δημιουργούνται στροβιλισμοί
των αερίων υπό την επήρεια εσωτερικών
τριβών. Το κεντρικό τμήμα της χαωτικά
περιστρεφόμενης δίνης άρχισε να
συστέλλεται
και να συμπυκνώνεται
με τελική συνέπεια την κατακόρυφη άνοδο
της θερμοκρασίας στους 15 εκατομμύρια
βαθμούς Kelvin.
Η
μεγάλη
άνοδος της θερμοκρασίας
είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία των
πρώτων θερμοπυρηνικών αντιδράσεων
μετατροπής των ατόμων
του
υδρογόνου σε ήλιον και ενέργεια
με
την ανάλαμψη του προιστορικού ήλιου.
Σε αυτό το διάστημα, τα περιφερειακά
τμήματα του αρχικού γενεσιουργού νέφους
τα οποία αποτελούνταν από σκόνη και
αέριο με
την πτώση
της θερμοκρασίας, έπαιρναν στερεά μορφή.
Από τα ογκωδέστερα μεμονωμένα σώματα
και
με
την περιστροφή των, δημιουργήθηκαν οι
μεγάλοι πλανήτες μαζί
με τη γή.
Οι πρωτοπλανήτες οι οποίοι
σχηματίσθηκαν διέφεραν σημαντικά όσον
αφορά την σημερινή τους κατάσταση.
Οι
τέσσερις πρώτοι πλανήτες Ερμής, Αφροδίτη,
Γή και Άρης σχηματίσθηκαν από συγκρούσεις
πολλών μικρών κομματιών της αρχικής
πρώτης ύλης με συνέπεια την δημιουργία
μεγαλύτερων στερεών επιφανειών. Κατά
παρόμοιο καταστροφικό τρόπο σχηματίσθηκαν
οι μεγάλοι δορυφόροι των πλανητών, όπως
η Σελήνη, και οι χιλιάδες αστεροειδείς
με τους μετεωρίτες.
Σε
μεγαλύτερη απόσταση από αυτήν του Άρη,
τα πλανητικά σώματα που σχηματίσθηκαν
(Ζεύς, Κρόνος, Ουρανός, Ποσειδών)
αποτελούνται από γιγάντιες παγωμένες
αεριώδεις επιφάνειες υδρογόνου και
ηλίου όπως και από έναν πολύ μικρό στερεό
πυρήνα στο εσωτερικό των. Πολύ μακρύτερα
και
στα
όρια του γενεσιουργού
πλανητικού
νέφους δημιουργήθηκαν δισεκατομμύρια
μικρά κομμάτια πάγου και σκόνης τα οποία
ονομάζονται κομήτες.
Κατά
τις πρώτες εποχές του σχηματισμού του
πλανητικού συστήματος μέχρι και πρίν
από 4,2 δισεκατομμύρια χρόνια, οι επιφάνειες
των νεοσχηματισθέντων στερεών
πλανητών
και δορυφόρων υφίσταντο έναν πυκνό και
ανελέητο
βομβαρδισμό από τα
δισεκατομμύρια
στερεά μικρά κομμάτια του αρχικού
υλικού. Σημάδια αυτού του χαωτικού
βομβαρδισμού είναι οι χιλιάδες μετεωρικοί
κρατήρες οι οποίοι υπάρχουν σε πλανήτες
ή δορυφόρους οι οποίοι δεν έχουν στρώματα
ατμόσφαιρας ικανά να ανασχέσουν και
να μειώσουν τους
βομβαρδισμούς αυτούς. Τέτοια παραδείγματα
είναι η επιφάνειες του πλανήτη Ερμή ή
αυτή η Σελήνη μας η οποία ρυτιδώνεται
από χιλιάδες κρατήρες. Παρόμοιοι
μετεωρικοί κρατήρες από πρόσκρουση
αρχέγονου υλικού υπάρχουν και στην
Αφροδίτη
και τον Άρη,
αλλά σε μικρότερη έκταση λόγω των
ατμοσφαιρών
των.
Η
πυκνή ατμόσφαιρα του πρωτοπλανήτη γή
αποτελείτο κυρίως από διοξείδιο του
άνθρακος, το οποίο παρήγετο από το πλήθος
των εκρήξεων ενεργών ηφαιστείων, όπως
και από
οργανικές
ενώσεις. Ένα άλλο στοιχείο είναι ότι η
επιφάνεια της γής κατακλύσθηκε όλη από
μεγάλες υδάτινες εκτάσεις
ύστερα από κατακλυσμικές βροχοπτώσεις.
Σύμφωνα με μία θεωρία το νερό είναι
αποτέλεσμα προσκρούσεως στην επιφάνεια
τόσο της γής, όσο και του Άρεως και της
Αφροδίτης εκατομμυρίων κομητικών
πυρήνων από το διάστημα. Το πολύτιμο
υγρό στοιχείο συντηρήθηκε και διατηρήθηκε
στον πλανήτη μας σε αντίθεση με τους
άλλους πλανήτες οι οποίοι για διαφορετικούς
λόγους το έχασαν ή δεν το διατήρησαν.
Την πολύ παλιά εποχή εξ' άλλου, η
φωτεινότητα του ηλίου ήταν 25 με 30%
ασθενέστερη, γεγονός που επέτρεπε στην
κοντυνή στον ήλιο Αφροδίτη για έναν
λόγο περισσότερο να διατηρήσει υδάτινα
αποθέματα, τα οποία όμως εξατμίσθηκαν
από τις υψηλές επιφανειακές θερμοκρασίες
που δημιούργησε το φαινόμενο του
θερμοκηπίου και ίχνη των παραμένουν
στην πυκνή της ατμόσφαιρα με μορφή
υδρατμών.
Στον
Άρη όμως το νερό κατά μια θεωρία παρέμεινε
άθικτο κάτω από την επιφάνειά του αλλά
ύστερα από την πρόσκρουση ενός
αστεροειδούς, αυτό απελευθερώθηκε και
κατάκλυσε την επιφάνεια όπως μαρτυρούν
διάφοροι σχηματισμοί οι οποίοι μοιάζουν
καταπληκτικά με διαβρωμένες κοίτες
ποταμών ή τεράστια φαράγγια. Λόγω όμως
της αραιής του ατμόσφαιρας, αυτό γρήγορα
διέφυγε και εξατμίσθηκε.
Με
αυτές τις συνθήκες επάνω στην υγρή
επιφάνεια της γής η οποία επιπρόσθετα
είχε το προσόν να κινείται σε ζώνη ηπίων
θερμοκρασιών από τον ήλιο (150 εκατ.
χιλιόμετρα), δημιουργήθηκαν οι κατάλληλες
προυποθέσεις για μία σίγουρη φιλοξενία
του θαυμαστού φαινομένου της ζωής. Η
εμφάνιση μετά το τέλος του μεγάλου
βομβαρδισμού πρίν από 3,9 δισεκατομμύρια
έτη απλών οργανικών μορίων τα οποία
κατά παράδοξο τρόπο ήσαν σε θέση να
αντιγράφουν το ένα το άλλο πρός δημιουργία
συνθετωτέρων, ήταν η αρχή της ζωής, όλων
των έμβιων όντων και αυτού του ανθρώπου.
Με βάση διάφορες αποδείξεις, αυτά τα
οργανικά μόρια είναι σε θέση να επιβιώσουν
στις ακραίες συνθήκες του διαστημικού
κενού, όμως το υγρό στοιχείο είναι ο
καθοριστικός παράγοντας της ευδοκιμήσεως
της ζωής. Κατά καιρούς πολλές θεωρίες
έχουν ειπωθεί από τους ειδικούς για
το άν θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη και
σε μεγάλη έκταση μέσα στο σύμπαν η ύπαρξη
ζώντων οργανισμών από τους απλούς μέχρι
τους πολυσύνθετους νοηματικούς,
απαντήσεις όμως τις οποίες δεν είναι
σε θέση να πάρει η επιστήμη. Μία από τις
θεωρίες περί της εμφανίσεως της ζωής
στον πλανήτη μας, υποστηρίζει ότι τα
οργανικά μόρια μεταφέρθηκαν στην γή
από το διάστημα με έναν αστεροειδή και
ότι το τελευταίο βρίθει από ζωή (θεωρία
της πανσπερμίας).
Όπως
είναι φυσικό, η πρώτη αναζήτηση γιά ζωή
ξεκινά από την βιολογική μελέτη των
πλανητών και δορυφόρων του πολύ κοντυνού
μας ηλιακού συστήματος. Η αναζήτηση
έστω και ατελών μικροοργανισμών στον
Άρη και την Αφροδίτη υπήρξε αποκαρδιωτική,
ενώ οι μόνες ελπίδες συσσωρεύονται στον
δορυφόρο του Διός Ευρώπη και τον Τιτάνα
, δορυφόρο του Κρόνου. Η Ευρώπη κάτω από
τις παγωμένες εκτάσεις της είναι δυνατόν
να περιβάλλεται από υδάτινο ωκεανό,
βοηθητικό παράγοντα για μία ύπαρξη ζωής
στα γήινα πρότυπα, ενώ η ατμόσφαιρα του
Τιτάνα κατακλύζεται από οργανικές
ενώσεις υδρογονανθράκων , ατμόσφαιρα
που θυμίζει αυτήν της προιστορικής γής,
αλλά με το απαγορευτικό των χαμηλών
θερμοκρασιών (-179οΚ).
Οι
ασύλληπτες σε κλίμακα αποστάσεις των
αστέρων του γαλαξία μας, ακόμα και των
πλησιεστέρων στον ήλιο οι οποίοι
αποτετελούνται με πλανήτες που θα έχουν
στερεές επιφάνειες και των οποίων η
ύπαρξη ακόμα δεν έχει αποδειχθεί, δεν
είναι φυσικά σε θέση να δώσουν απαντήσεις
άν η κοντυνή περιοχή του γαλαξία μας
σφύζει από ζωή. Με το υπόθεση του ότι
θα πρέπει μέσα στα δισεκσατομμύρια
στο σύμπαν των βιώσιμων πλανητών η ζωή
να μην αποτελεί εξαίρεση αλλά κανόνα,
ακριβώς με το ίδιο σκεπτικό είναι
απολύτως λογικό ο πλανήτης μας, η γή
μας, να διατηρεί το αποκλειστικό προνόμιο
σε ολόκληρο το σύμπαν να φιλοξενεί ένα
μοναδικό γεγονός το οποίο λειτούργησε
μια και μόνη φορά πρίν από δισεκατομμύρια
χρόνια.
Με
αυτά τα δεδομένα η ιστορία του ανθρώπου
πάνω στη γή θεωρείται ένα πολύ πρόσφατο
γεγονός άν συγκριθεί με την όλη ηλικία
του σύμπαντος η οποία υπολογίζεται σε
15 δισεκατομμύρια χρόνια.